Με απλά λόγια, συναίνεση σημαίνει να πει κανείς συνειδητά «ναι» έχοντας δικαίωμα να αποσύρει αυτό το «ναι» ανά πάσα στιγμή. Αλλά στην πράξη τα πράγματα δεν είναι πάντα τόσο απλά, όπως θα δούμε παρακάτω.

Αναφορικά με τους άνδρες και τις αρρενωπότητες, συγκεκριμένα, η τοξική αρρενωπότητα και η πατριαρχία εντός της οποίας μεγαλώνουμε έχει ως αποτέλεσμα η σεξουαλική κακοποίηση να είναι συχνά ταμπού για εμάς καθιστώντας μας ευάλωτους ως προς τις επιπτώσεις της.

Η ομοφοβία και η θυματοποίηση με την οποία ερχόμαστε σε επαφή, είτε είμαστε εμείς αντικείμενό τους είτε κάποιο τρίτο πρόσωπο με εμάς μάρτυρες, οδηγεί συχνά σε ντροπή για αυτό που είμαστε, φόβο για το τι μπορεί να μας συμβεί και αγωνία σχετικά με το πόσο αποδεκτοί μπορεί να είμαστε από την κοινωνία αλλά και τις κοινότητες στις οποίες ανήκουμε. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η δυνατότητα να λέει κανείς «όχι» δεν είναι πάντα εύκολη.

Και γιατί είναι πολύπλοκο θέμα η συναίνεση;

Μιλώντας για σεξουαλική συναίνεση, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι το σεξ, με ό,τι μορφή μπορεί να έχει και ό,τι και να περιλαμβάνει, προσφέρει σε πεδίο βιώματος μια ποικιλομορφία τόσο ευρεία όσο και οι άνθρωποι που εμπλέκονται με αυτό. Στο επίκεντρό του, ωστόσο, είναι κατά κανόνα η σεξουαλική απόλαυση.

Και εκεί είναι που ενίοτε τα πράγματα μπορεί να περιπλέκονται. Αν η σεξουαλική απόλαυση περιλαμβάνει τη διασκέδαση, την εξερεύνηση και πολλές φορές την αναζήτηση της υπέρβασης, μπορεί να μη γνωρίζουμε πάντα τι θα βρούμε σε αυτή την αναζήτηση και τι επίδραση θα έχει η όλη εμπειρία σε εμάς. Ειδικά για τα queer άτομα, το σεξ μπορεί να αποτελεί ένα πεδίο στο οποίο αναζητάμε να διαρρήξουμε τους περιορισμούς που μας έχουν επιβληθεί ή τους ρόλους που επιτελούμε – σε συγκεκριμένες περιπτώσεις ακόμα και να διαπραγματευτούμε τα τραύματά μας. Υπάρχουν εξάλλου και περιπτώσεις που κατά κάποιο τρόπο δίνουμε συναίνεση να μη δώσουμε συναίνεση, επιτρέποντας στον εαυτό μας να γίνει διαπερατός από τον ή τους παρτενέρ. Σε αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να υπάρξει μια ενίοτε υπερβατική εμπειρία για τους συμμετέχοντες στο σεξουαλικό παιχνίδι ή και να επέλθουν απρόβλεπτες και οδυνηρές καταστάσεις.

Και τι συμβαίνει στην περίπτωση του chemsex;

Εδώ τα πράγματα μπορεί να γίνουν ακόμα πιο σύνθετα, καθώς η υπέρβαση είναι συχνά ο σκοπός του εξαρχής. Σε συνδυασμό με την επίδραση των ουσιών, αυτό μπορεί να θέσει τα όρια της συναίνεσης σε ένα θολό πεδίο. Συχνά η συναίνεση να πάρει κανείς ψυχοδραστικές ουσίες για ψυχαγωγικούς σκοπούς, όπως το σεξ, μπορεί να υπάρχει, όμως οι ουσίες αυτές συσκοτίζουν αρκετά την κρίση μας. Συνεπώς, οι αποφάσεις που παίρνουμε υπό την επήρειά τους ίσως να μην έχουν την ίδια εγκυρότητα με αυτές που θα παίρναμε νηφάλιοι. Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις όπου πάνω στο παιχνίδι ή στο high των ουσιών μπορεί κανείς να μην αναγνώσει σωστά το κατά πόσο δίνεται ή όχι συγκατάθεση, ή ακόμα και να μην μπορεί να αναστείλει τη συμπεριφορά του, παραβιάζοντας ακόμα και χωρίς να είναι αυτή η πρόθεσή του.

Αντίστοιχα, υπό την επήρεια των ουσιών δεν είναι πάντα κανείς σε θέση να καταστήσει σαφές το «όχι» σε σχέση με κάποια προσέγγιση ή πρακτική. Το «ναι» δεν έχει την ίδια ισχύ, αν δεν μπορεί κανείς να πει «όχι». Και το να κάνει κάποιος σεξ μαζί μας ενώ έχει περιοριστεί η δυνατότητά μας να πούμε συνειδητά όχι, αποτελεί – τουλάχιστον δυνητικά – κακοποίηση. Έτσι δεν είναι σπάνιο να συνειδητοποιήσει κανείς εκ των υστέρων, στο come down, όταν η επίδραση των ουσιών έχει παρέλθει, ότι συναίνεσε σε πράγματα στα οποία νηφάλιος δε θα συναινούσε, ή ότι προέβη σε πράξεις στις οποίες νηφάλιος δε θα είχε προβεί. Αυτή η συνειδητοποίηση μπορεί να έρθει μάλιστα και αρκετές μέρες μετά, όταν θα έχει χαθεί και η δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν ορισμένα σημαντικά μέσα πρόληψης, όπως η PEP1. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις τα αποτελέσματα μπορεί να είναι ιδιαίτερα επώδυνα και τραυματικά, χαλώντας τόσο την ίδια την εμπειρία, αλλά και επιφέροντας σοβαρές συνέπειες οι οποίες μπορεί να είναι και πολύ μακροχρόνιες και να επηρεάσουν το σύνολο της ζωής των εμπλεκομένων, πέραν της σεξουαλικής τους ζωής.

Πώς μπορούμε να προφυλαχτούμε από αυτούς τους κινδύνους;

Δυστυχώς δεν υπάρχουν βέβαιες και σαφείς προφυλάξεις σε σχέση με τις καταστάσεις τις οποίες συζητάμε. Όπως και με το BDSM, έτσι και με το chemsex, δύο πρακτικές άλλωστε που κάποιες φορές συνδυάζονται, η πιθανή εμπλοκή μας προϋποθέτει επίγνωση του ρίσκου που παίρνουμε και ενημέρωσή μας σε σχέση με τεχνικές και πρακτικές μείωσης της βλάβης. Μια πρώτη προφύλαξη είναι να έχουμε κάποια σαφή επίγνωση των ορίων μας πριν ξεκινήσουμε το chemsex και να την επικοινωνήσουμε με τον/τους παρτενέρ μας εκ των προτέρων. Έτσι, πριν ξεκινήσουμε το παιχνίδι, θα έχουμε συμφωνήσει τα όρια του κάθε εμπλεκόμενου ατόμου, θα έχουμε συμφωνήσει ότι παίζουμε όλοι μας το ίδιο παιχνίδι. Επίσης, έχει μεγάλη σημασία να μην προχωράμε σε πράγματα που θέλουμε να κάνουμε με άτομα τα οποία καταλαβαίνουμε ότι δεν είναι σε θέση να συναινέσουν με εγκυρότητα. Ειδικά υπό την επήρεια G ή κεταμίνης, είναι εύκολο να πάθει κανείς τοξίκωση, να πέσει σε G-hole ή K-hole αντίστοιχα, και να μην είναι σε θέση να εκφράσει το κατά πόσο θέλει να συνεχίσουμε σε κάτι που επιδιώκουμε να κάνουμε μαζί του.

Αν βρισκόμαστε σε κάποιο sex party, καλό θα ήταν κατά διαστήματα να ελέγχουμε αν οι φίλοι μας αλλά και οι υπόλοιποι συμμετέχοντες είναι καλά. Τέλος, εμπλοκή σε μια δραστηριότητα που ενέχει ρίσκο, όπως το chemsex, προϋποθέτει και διάθεση να μιλήσουμε για αυτό. Να μπορούμε να επικοινωνήσουμε τόσο τις επιθυμίες όσο και τα όριά μας αλλά και να ακούσουμε τι έχει ο κάθε άλλος παρτενέρ να μας πει. Ακόμα περισσότερο, είναι σημαντικό να είμαστε διαθέσιμοι να μιλήσουμε και εκ των υστέρων για την εμπειρία μας, αν ήταν καλή να την ευχαριστηθούμε και να την επαυξήσουμε, αν ήταν κακή, να διορθώσουμε ό,τι μπορεί να διορθωθεί και να φροντίσουμε ο ένας τον άλλο. Συχνά, το θέμα δεν είναι τι προκαλεί το τραύμα, ειδικά όταν αυτό δεν προκύπτει από την πρόθεση του άλλου ή την αγνόηση του τι θέλαμε εκ μέρους του, αλλά τι μπορούμε να κάνουμε με αυτό. Δυστυχώς πολλές φορές, μέσα από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε, όπως η ομοφοβία και η εσωτερικευμένη ομοφοβία αλλά και η ντροπή για τις ταυτότητές μας, αποτρέπουν από το να μιλήσουμε ανοικτά. Η δε χρήση των εφαρμογών γνωριμιών (dating apps) αυτοματοποιεί την επικοινωνία μας, καταλήγοντας να επαναλαμβάνουμε σταθερούς διαλόγους, μη επιτρέποντας αυτό που είναι τόσο σημαντικό στο σεξ: το παιχνίδι. «Το παιχνίδι είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση», όπως έλεγε και ο Winnicott, βάση κάθε ευχαρίστησης, συνάντησης και δημιουργίας.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο avmag